- ανθοσμίας
- ο мускатное вино
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ανθοσμίας — ἀνθοσμίας, ο (Α) 1. αυτός που ευωδιάζει σαν λουλούδι 2. (για το κρασί) μοσχάτος. [ΕΤΥΜΟΛ. < άνθος + οσμή] … Dictionary of Greek
ἀνθοσμίας — ἀνθοσμίᾱς , ἀνθοσμίας redolent of flowers masc acc pl ἀνθοσμίᾱς , ἀνθοσμίας redolent of flowers masc nom sg (attic epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνθοσμίαι — ἀνθοσμίας redolent of flowers masc nom/voc pl ἀνθοσμίᾱͅ , ἀνθοσμίας redolent of flowers masc dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνθοσμιῶν — ἀνθοσμίας redolent of flowers masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνθοσμίης — ἀνθοσμίας redolent of flowers masc nom sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνθοσμίῃ — ἀνθοσμίας redolent of flowers masc dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνθοσμίαν — ἀνθοσμίᾱν , ἀνθοσμίας redolent of flowers masc acc sg (attic epic doric aeolic) ἀνθοσμίας redolent of flowers masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνθοσμίᾳ — ἀνθοσμίαι , ἀνθοσμίας redolent of flowers masc nom/voc pl ἀνθοσμίᾱͅ , ἀνθοσμίας redolent of flowers masc dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Lesbian wine — is wine made from the Greek island of Lesbos in the Aegean Sea. The island has a long history of winemaking dating back to at least the 7th century BC when it was mentioned in the works of Homer (Odyssey X.235). During this time the area competed … Wikipedia
вино — ВИН|О (427), А c. 1.Вино, хмельной напиток из ягод: ап(о)ла паула: ||=Не оупиваите сѩ винъмь емь же нѣсть сп҃сни˫а (οἴνῳ) Изб 1076, 267 об. 268; [˫а]рополче вино Надп XI/XII (14); новое ви(н) добрило послалъ кнѩз(ю) Надп XII … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
άνθος — Βασικό τμήμα κάθε φυτού, αν και υπάρχουν φυτά που δεν ανθοφορούν.Λέγεται και λουλούδι. Το ά. είναι το μέρος του φυτού που περιέχει τα όργανα της εγγενούς αναπαραγωγής· κατά κανόνα είναι το πιο όμορφο, το πιο φανταχτερό και το πιο ευωδιαστό μέρος… … Dictionary of Greek